Δευτέρα 4 Σεπτεμβρίου 2023

Ο επικήδειος

Ο επικήδειος 

Κωμωδία μονόπρακτη

 

Ελεύθερη διασκευή Σ.Π.Παπασηφάκη

από το ομώνυμο διήγημα του Νίκου Τσιφόρου

από τη συλλογή διηγημάτων

«Χρονογραφήματα»

 

Το παρόν μπορεί να χρησιμοποιηθεί

από σχολεία ή Συλλόγους στα πλαίσια των εκδηλώσεών τους.

Απαραίτητη προϋπόθεση να αναφέρεται το όνομα

του διασκευαστή.

Απαγορεύεται η ανάρτησή του σε ιστοσελίδα ή ιστολόγιο

καθώς και η διασκευή του χωρίς άδεια.

 

Διανομή 

Ο πρόεδρος

Ο γραμματέας

Ο αντιπρόεδρος

Η Ευανθία

(Η σκηνή εκτυλίσσεται στο σπίτι του προέδρου του Συλλόγου  «Ο Καλός Ποιμένας». Σαλόνι αθηναϊκού σπιτιού. Εκεί είναι ο πρόεδρος και ο γραμματέας του Συλλόγου. Πίνουν τον καφέ τους  και συζητούν.)

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Άστα έχουμε σοβαρό πρόβλημα. Ο Αλέκτωρ είναι στα τελευταία του.

ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ: Τι έχει;

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Έχει πάνω από  τριάντα εννιά πυρετό  που δε λέει να πέσει. Παιδεύεται μέρες.

ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ: Πήγες, τον είδες;

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Χάλια είναι. Όταν με είδε, μου είπε, δηλαδή τι είπε, ψέλισε. «Γιά-γκο! Νομίζω ότι θα πεθάνω.» Σώπα βρε αδελφέ, του είπα, έτσι πεθαίνουν οι άνθρωποι; Τι να του πω, κάτωχρος ήτανε, πιο κίτρινος κι απ’ το λεμόνι.

ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ: Ο γιατρός τι λέει;

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Ο γιατρός; Οι γιατροί! Ολόκληρος ο ιατρικός σύλλογος έχει παρελάσει από το σπίτι.

ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ: Και τι λένε; Τι διάγνωση έχουνε βγάλει;

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Α! μου τα έλεγε γυναίκα του. Πρώτα πήγανε τα γιατρουδάκια. Είπανε: θα εφαρμόσουμε αυτή τη θεραπεία και την άλλη και την άλλη να δούμε πώς θα πάει. (Κάνει ένα μορφασμό) Ύστερααα, ύστερα ήρθανε οι καθηγητές. (με στόμφο) Αυτοί έρχονται με ταξί. Αφού αρμέξανε καλά τη γυναίκα του και δεν της αφήσανε ούτε σάλιο για να φτύσει, είπανε το σωστό. «Τώρα, ότι θέλει ο Θεός.»

ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ: Α! καλά!! (ειρωνικά) Άμα ακούς το γιατρό και μάλιστα τον καθηγητή, να εναποθέτει τις ελπίδες του στο Θεό, θα πει ότι τον έχουν έτοιμο. Τα κοράκια σιδερώνουνε το μαύρο κουστούμι και η χήρα πάει στο κομμωτήριο.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Γι’ αυτό κι εμείς πρέπει να ετοιμαζόμαστε. Αντιπρόεδρος του Συλλόγου ήτανε. Έτσι θα τον ξαποστείλουμε;

ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ: Εεε! Κάτι θα κάνουμε. Θα …στείλουμε ένα μεγάλο στεφάνι στην κηδεία, μία εγκάρδια παρηγορητική επιστολή στη χήρα, και θα εμβάσουμε, στη μνήμη του εκλιπόντος, πεντακόσια ευρώ στο Σύλλογο «Ο Καλός Σαμαρείτης», με τη συμφωνία να μας τα επιστρέψουνε μόλις ξαποστείλουνε κάποιον δικό τους.  Και φυσικά θα ενημερώσουμε τις εφημερίδες με  δελτίο τύπου.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Καλά όλα αυτά. Εγώ λέω για έναν επικήδειο. Δεν θα πρέπει να του βγάλουμε ένα λόγο πριν τον παραχώσουνε… Να μην του πούμε τα γνωστά: (με στόμφο) «γαίαν έχοις ελαφράν», «χους ει και εις χουν απελεύσει», χώμα είμαστε και στο χώμα θα πάμε ή το άλλο «τι είναι ο άνθρωπος»!!! Καιαι ξανά μανά «τι είναι ο άνθρωπος»!!!

ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ: Καλά, έχουμε καιρό ακόμα.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Αυτό δεν το ξέρεις, γι αυτόοο άρχισε σιγά σιγά να γράφεις το λόγο.

ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ: (έκπληκτος) Εγώ;

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Αμ ποιος; Εσύ σαν γραμματέας είσαι ο πλέον κατάλληλος. Εντρυφάς και στα γράμματα. (Κοιτάζοντάς τον)  Έχεις κι αυτό το… πένθιμο ύφος.

ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ: (Που… στράβωσε λίγο) Το σωστό είναι να τον πείτε εσείς. Ως πρόεδρος θα δώσετε άλλη βαρύτητα στο γεγονός. (με νόημα) Άσε που θα είσαστε αρκετά πιο ήσυχος τώρα. Θα ησυχάσει το κεφάλι σας.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Τι ήσυχος;

ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ: (Συνεχίζει στο ίδιο στυλ) Δεν το ξέρατε ότι χρόνια τώρα ο Αλέκτορας εποφθαλμιούσε τη θέση σας; Κλέφτη σας ανέβαζε, απατεώνα σας κατέβαζε;

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Ιδέα δεν είχα από αυτή την πρόθεση αναρρίχησης του Αλέκτορα. Όσο γι αυτά που έλεγε, γνωστό είναι σε όλους ότι πάντα οι πρόεδροι τραβούν τα εχθρικά βέλη όπως η πορτοκαλάδα τις μύγες. Δεν του κρατώ καμία κακία, τώρα ειδικά που βρίσκεται σ’ αυτή την κατάσταση. Κι όσο για το λόγο, ναιαι, τώρα που το σκέφτομαι, θααα θα τον γράψω εγώ (με νόημα) θα στύψω το μυαλό μου να τον κατευοδώσω όπως του πρέπει.

                                                        Σκηνή 2η

(Στο ίδιο σαλόνι. Ο πρόεδρος του Συλλόγου με τη γυναίκα του Ευανθία)

ΕΥΑΝΘΙΑ: Ώστε ο Αλέκτορας μας κουνάει το μαντίλι;

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Ναι είναι μέρες άρρωστος με υψηλό πυρετό που δε λέει να πέσει. Οι γιατροί τον έχουνε ξεγραμμένο.

ΕΥΑΝΘΙΑ: Η καημένη η γυναίκα του!

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Ποια καημένη; Είκοσι χρόνια την περνάει. Ευκαιρία είναι να βρει κάποιον της ηλικίας της  και να ξεκοκαλίσει τα λεφτά του μακαρίτη.

ΕΥΑΝΘΙΑ: Γιάγκο, εσύ πόσα χρόνια με περνάς αγάπη μου;

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Ας τα αυτά τώρα. Πάντως εγώ έχω αρχίσει και του γράφω τον επικήδειο σχεδόν τελειωμένο τον έχω. Αμ πώς, έτσι θα τον αφήσω, χαα, μου έσουρνε τα εξ αμάξης, αλλά τον τελευταίο λόγο θα τον πω εγώ. Θα σου τον στολίσω καλά. Επιτάφιο θα τον κάνω. (ΠΑΥΣΗ) Βρε γυναίκα, για να έχουμε καλό ρώτημα, τι έχεις ετοιμάσει για το βράδυ;

ΕΥΑΝΘΙΑ: Μια σαλάτα θα φας. Δε βλέπεις πόσος έχεις γίνει; Λίγο ακόμη και θα κρεπάρεις.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Δεν έχω ανάγκη εγώ. Αυτά είναι γεροντόπαχα. (γελάει)

ΕΥΑΝΘΙΑ: Ναι, έτσι έλεγε και ο Αλέκτορας και τώρα η γυναίκα του προβάρει τα μαύρα.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: (Φτύνει τρεις φορές τον κόρφο του) Φτου, φτου, φτου… Τι είναι αυτά πού λες βρε γυναίκα; Και …με ενοχλεί  και το στομάχι μου τώρα τελευταία.

ΕΥΑΝΘΙΑ: Διαμαρτύρεται για όλα αυτά που του ρίχνεις.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Δε φτιάχνεις για το βράδυ κείνο το κουνέλι που μου στείλανε; Να το κάνεις στιφάδο.

ΕΥΑΝΘΙΑ: Στιφάδο; Στιφάδο θα φας χριστιανέ μου βραδιάτικα;

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Λίγο για να τοο δοκιμάσω. Το υπόλοιπο θα το φυλάξεις για αύριο.

(Χαμηλώνουν τα φώτα. Είναι νύχτα. Όταν ανάβουν τα φώτα ο πρόεδρος πηγαίνει με τα νυχτικά στην κουζίνα και φτιάχνει κάτι. Σε λίγο έρχεται η γυναίκα του.

ΕΥΑΝΘΙΑ:  Τι έπαθες;

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Τίποταα, τίποτα ένα χαμομηλάκι θα φτιάξω. Λίγο το στομάχι μου με ενοχλεί.

ΕΥΑΝΘΙΑ: Εμ! Ολόκληρο το κουνέλι έφαγες το βράδυ και μάλιστα στιφάδο! Πρώτα τρως σα λύκος και ύστερα βογκάς σα μοσχάρι.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: (μεταμελημένος) Δεν είναι τίποτα. Με το χαμομήλι θα ηρεμήσει το στομάχι μου και θα είμαι μια χαρά. Άμε να κοιμηθείς.

Σκηνή 3η

(Την άλλη μέρα το πρωί. Ο γραμματέας και ο Αλέκτορας στο σπίτι του προέδρου)

ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ: Μα τι είναι αυτό πού μας βρήκε κυρία Ευανθία μου; Πώς έγινε;

ΕΥΑΝΘΙΑ: Έφαγε πολύ το βράδυ. Τη νύχτα σηκώθηκε και ήπιε ένα χαμομήλι γιατί τον ενοχλούσε λέει το στομάχι του. Αλλά ο πόνος δεν πέρασε και φωνάξαμε το γιατρό ο οποίος του έδωσε ένα ηρεμιστικό. Αυτό ήτανε.  Έπεσε και δεν ξανασηκώθηκε. Ο γιατρός που ξανάρθε το πρωί έγραψε το πιστοποιητικό θανάτου και μου είπε: «Καρδιά ήτανε, το είχα καταλάβει εγώ».

ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ: Κολοκύθια το είχε καταλάβει. Μετά Χριστόν όλοι προφήτες γίνονται.

ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ: Και η κηδεία πότε είναι;

ΕΥΑΝΘΙΑ: Το απόγευμα στις έξι.

ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ: Τόσο νωρίς; Και δεν προλαβαίνουμε να του γράψουμε ούτε έναν επικήδειο.

ΕΥΑΝΘΙΑ: Κάτσε να δεις, εδώ στο συρτάρι έχει ένα λόγο που είχε γράψει… κάποτε γιαα ένα συνάδελφό του στη δουλειά. (τον φέρνει)

ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ: (χαιρέκακα) Αυτόν πρέπει να τον εκφωνήσετε εσείς κύριε αντιπρόεδρε. Με λίγες διορθωσούλες μια χαρά θα είναι. Άλλωστε μια χαρά είστε κι εσείς τώρα.

ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ: Καλά θαα κάνω μια προσπάθεια έως το απόγευμα.

(Χαμηλώνει το φως και ο αντιπρόεδρος, ο Αλέκτορας, έρχεται μπροστά στη σκηνή με ένα μάτσο χαρτιά ανά χείρας. Βήχει μια δυο φορές και αρχίζει τον επικήδειο. Τις προτάσεις που είναι με πλάγια γραφή τις λέει με άλλο ύφος, σημάδι πως αυτά τα σκέφτεται δίχως να τα λέει)

ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ: Τι είναι ο άνθρωπος; (ΠΑΥΣΗ) Τι είναι ο άνθρωπος; Έρχεται ως πυγολαμπίδα και σβήνει ως κερί. «Χους ει και εις χουν απελεύσει», χώμα είμαστε και στο χώμα θα πάμε! Ο αποθανών, τέκνον της ηρωικής Κοντοβάζαινας, υπήρξε σπουδαίος! Διετέλεσε χρόνια πρόεδρος του Συλλόγου μας «Ο Καλός Ποιμένας». Υπήρξε πάντα ακέραιος, ηθικός και αταλάντευτος στις απόψεις του. Δεν χρηματίστηκε ποτέ. Μωρέ, καλός κλέφτης ήταν και του λόγου του. Δεν ενθυλάκωσε για το προσωπικό του όφελος τους πόρους του Συλλόγου. Ούτε τα πόμολα από τις πόρτες δεν άφηνε ο αθεόφοβος. Υποστήριζε πάντα τις χήρες και τα ορφανά που προσέτρεχαν σε μας να βρουν θαλπωρή και εστία. Μωρέ κυνηγούσε τον ποδόγυρο όπου τον εύρισκε. Ένας Θεός ξέρει πόσες εεε ανιψιές είχε και πόσα παιδιά είχε σπείρει πέρα δώθε. Τώρα που φεύγει αφήνει πίσω του την τεθλιμμένη σύζυγο, δίχως τη σκέπη και τη φροντίδα του. Πού θα ψάξει τώρα να βρει παρηγοριά; Σιγά μην κάτσει να σκάσει. Κάθε μέρα φρούτα θα παίρνει. Θα της τα φέρνει στο σπίτι, εκείνος ο παίδαρος που δουλεύει στο οπωροπωλείο και που χρόνια τον λαχταρά. Αλλά και στο Σύλλογο, αφήνει δυσαναπλήρωτο κενό. Πού θα βρεθεί άλλος να τ’ αρπάζει σε κάθε ευκαιρία; Ελπίζουμε να αναλάβει άξιος αντικαταστάτης και να συνεχίσει το αγαστό έργο σου. Να είσαι ήσυχος, θα πέσω στη μάσα μέχρι τελικής πτώσεως. Καλό κατευόδιο αγαπητέ μας πρόεδρε. Ευχόμαστε στους οικείους σου την εξ ύψους παρηγορίαν. Γαίαν έχεις ελαφράν!

αυλαία

 

 

 

 

  


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου